Με πλούσια αρθρογραφία σε όλους του κλάδους της ενασχόλησής μας, φροντίζουμε να μένουμε ενημερωμένοι σε όλες τις νομικές εξελίξεις και τις αλλαγές των νόμων.
Κατά το άρθρο 14 ΠΚ, για να επιβληθεί ποινή σε κάποιον δράστη, πρέπει αυτός να ενήργησε ορισμένη πράξη, η οποία να είναι άδικη και καταλογιστή σε ενοχή του, να προβλέπεται και να τιμωρείται από το νόμο. Ένα, λοιπόν, από τα στοιχεία του εγκλήματος είναι και ο άδικος χαρακτήρας της πράξης. Για να θεωρηθεί μια πράξη άδικη και επομένως αξιόποινη, θα πρέπει να μην συντρέχει κάποιος λόγος άρσης του αδίκου, έναν εκ των οποίων συνιστά και η κατάσταση ανάγκης, που προβλέπεται στο άρθρο 25 του Ποινικού Κώδικα.
Κατά το άρθρο 14 ΠΚ, για να επιβληθεί ποινή σε κάποιον δράστη, πρέπει αυτός να ενήργησε ορισμένη πράξη, η οποία να είναι άδικη και καταλογιστή σε ενοχή του, να προβλέπεται και να τιμωρείται από το νόμο. Ένα, λοιπόν από τα στοιχεία του εγκλήματος είναι και ο άδικος χαρακτήρας της πράξης. Για να θεωρηθεί μια πράξη άδικη και επομένως αξιόποινη, θα πρέπει να μην συντρέχει κάποιος λόγος άρσης του αδίκου, έναν εκ των οποίων συνιστά και η άμυνα, που προβλέπεται στο άρθρο 22 του Ποινικού Κώδικα.
Η ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΑΝΑΓΚΗΣ ΩΣ ΛΟΓΟΣ ΑΡΣΗΣ ΤΟΥ ΑΔΙΚΟΥ
Κατά το άρθρο 14 ΠΚ, για να επιβληθεί ποινή σε κάποιον δράστη, πρέπει αυτός να ενήργησε ορισμένη πράξη, η οποία να είναι άδικη και καταλογιστή σε ενοχή του, να προβλέπεται και να τιμωρείται από το νόμο. Ένα, λοιπόν, από τα στοιχεία του εγκλήματος είναι και ο άδικος χαρακτήρας της πράξης. Για να θεωρηθεί μια πράξη άδικη και επομένως αξιόποινη, θα πρέπει να μην συντρέχει κάποιος λόγος άρσης του αδίκου, έναν εκ των οποίων συνιστά και η κατάσταση ανάγκης, που προβλέπεται στο άρθρο 25 του Ποινικού Κώδικα.