ΠΕΙΘΑΡΧΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΟΥ ΥΠΑΛΛΗΛΟΥ

ΠΕΙΘΑΡΧΙΚΑ ΠΑΡΑΠΤΩΜΑΤΑ ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΩΝ

Το προσωπικό της Ελληνικής Αστυνομίας δεν απαλλάσσεται κατά την διάρκεια της δράσης του από την υποχρέωση τήρησης των επιταγών του Συντάγματος, των νόμων και των γενικών αρχών δικαίου με πρόσχημα την εξυπηρέτηση του δημοσίου συμφέροντος. Ως εκ τούτου για τους αστυνομικούς υπαλλήλους έχει θεσπιστεί και ισχύει ένα ειδικό νομοθετικό καθεστώς σε περίπτωση μη τήρησης αυτών των υποχρεώσεων, διότι αν και δημόσιοι υπάλληλοι αντιμετωπίζονται από τον νομοθέτη ως μια ειδική κατηγορία και ένεκα αυτού εξαιρούνται από τις ισχύουσες στον δημοσιοϋπαλληλικό κώδικα διατάξεις. Συνεπώς το π.δ. 120/2008 είναι το εφαρμοστέο νομοθετικό πλαίσιο για τους αστυνομικούς που δεν εκπληρώνουν επιμελώς τα καθήκοντα τους ή επιδεικνύουν παραβατική συμπεριφορά. Βάσει του άρθρου 5 του εν λόγω διατάγματος οι πειθαρχικές ποινές με τις οποίες μπορεί να έρθει αντιμέτωπος ένας υπάλληλος του αστυνομικού σώματος αν ενεργήσει παρανόμως ή αμελώς είναι:

•Απόταξη 

•Αργία με απόλυση διαρκείας δύο (2) έως έξι (6) μήνες 

•Αργία με πρόσκαιρη παύση διάρκειας δεκαπέντε (15) ημερών  έως τεσσάρων (4) μηνών 

•Πρόστιμο μέχρι τρείς μηνιαίους βασικούς μισθούς του τιμωρούμενου 

•Επίπληξη 

Από τις προαναφερθείσες το πρόστιμο και η επίπληξη είναι οι λιγότερο επαχθείς ενώ η αργία και η απόταξη θεωρούνται οι ανώτερες πειθαρχικές ποινές που μπορούν να επιβληθούν. Η υπηρεσιακή κατάσταση του υπαίτιου κατά το χρόνο που έλαβε χώρα η παράβαση είναι αδιάφορη για την επιβολή της ποινής. Η πειθαρχική ευθύνη εκκινεί από την κατάταξη του αστυνομικού στο Σώμα και λήγει κατά την έξοδο του, ενώ για πράξεις που έγιναν πριν την κατάταξη και συνιστούν πειθαρχικά παραπτώματα υπάρχει πειθαρχική ευθύνη μόνο αν αυτές δεν εκδικάστηκαν κατά την διάρκεια προγενέστερης υπηρεσίας στο Δημόσιο, αν διαπράχθηκαν πριν την απόκτηση της αστυνομικής ιδιότητας και προβλέπονται στο άρθρο 10 και αν διαπράχθηκαν κατά την διάρκεια της επιλογής ή του διαγωνισμού μέχρι την κατάταξη και αφορούν την συμμετοχή του ή τις προϋποθέσεις κατάταξης. Για πειθαρχικά παραπτώματα τιμωρούμενα με την ανώτερη των ποινών η πειθαρχική διαδικασία συνεχίζεται και κατόπιν της εξόδου από το Σώμα. 

Ειδικότερα τα παραπτώματα που επισύρουν την πειθαρχική ποινή της απόταξης είναι

•Πράξεις δηλωτικές έλλειψης πίστης, αφοσίωσης και σεβασμού στο Σύνταγμα και τη Δημοκρατία.

•Πράξεις που υπονομεύουν άμεσα ή έμμεσα την έννομη τάξη.  

•Πράξεις βασανιστηρίων και πράξεις προσβλητικές για την ανθρώπινη αξιοπρέπεια. 

•Η συμμετοχή σε απεργία οποιασδήποτε μορφής. 

•Η απείθεια ή η άρνηση εκτέλεσης διαταγής ανωτέρου σχετικής με υπηρεσιακό καθήκον.

•Μη τήρηση της υποχρέωσης εχεμύθειας αναφορικά με εθνικά θέματα ή διαρροή απόρρητων εγγράφων της Υπηρεσίας.

•Η αναξιοπρεπής χρήση της αστυνομικής ιδιότητας για την προς όφελος του ιδίου ή τρίτου σύναψη μη εξοφλητέων χρεών. 

•Η εκ προθέσεως τέλεση εγκλήματος κατά ανωτέρου που σχετίζεται με την εκτέλεση της υπηρεσίας.

•Η αυθαίρετη απουσία για πέντε συνεχείς ή δέκα συνολικά σε ένα έτος ημέρες από την Υπηρεσία. 

•Η χρήση ναρκωτικών ουσιών και η τάση για ασύστολη κατανάλωση αλκοόλ. 

•Η αναξιοπρεπής για αστυνομικό συμπεριφορά εντός ή εκτός υπηρεσίας καθώς και συμπεριφορά που υποδηλώνει διαφθορά χαρακτήρα. 

•Η εκ προθέσεως βαριά παράβαση του υπηρεσιακού καθήκοντος. 

•Η άσκηση υποτιμητικής και προσβλητικής κριτικής δημόσια για τις πράξεις της ιεραρχίας έγγραφα ή προφορικά. 

•Η παροχή υπηρεσιών συλλογής πληροφοριών υπέρ τρίτων, φρούρησης ή φύλαξης ή προστασίας προσώπων ή πραγμάτων. 

•Η τέλεση ή η απόπειρα τέλεσης εγκλημάτων κακουργηματικού χαρακτήρα και η τέλεση ή απόπειρα τέλεσης των εγκλημάτων αντίστασης, ελευθέρωσης φυλακισμένου εκ προθέσεως, εγκληματικής οργάνωσης, παραχάραξης, πλαστογραφίας, πλαστογραφίας πιστοποιητικών, πλαστογραφίας και κατάχρησης ενσήμων, υφαρπαγής ψευδούς βεβαίωσης, υπεξαγωγής εγγράφου, ψευδορκίας, ψευδούς ανώμοτης κατάθεσης, ψευδούς καταμήνυσης, υπόθαλψης εγκληματία, παθητικής και ενεργητικής δωροδοκίας, κατάχρησης εξουσίας, ψευδούς βεβαίωσης και νόθευσης, καταπίεσης, απιστίας περί την υπηρεσία, εκμετάλλευσης εμπιστευμένων πραγμάτων, παράβασης καθήκοντος, παρότρυνσης υφισταμένων και ανοχής, εμπρησμού εκ προθέσεως, έκθεσης, παράλειψης λύτρωσης από κίνδυνο ζωής, εμπορίας δούλων, εμπορίας ανθρώπων, παράνομης κατακράτησης, κατακράτησης παρά το Σύνταγμα, παράνομης βίας, εγκλημάτων κατά της γενετήσιας ελευθερίας και εγκλημάτων οικονομικής εκμετάλλευσης της γενετήσιας ζωής, συκοφαντικής δυσφήμησης, παραβίασης απορρήτου των τηλεφωνημάτων και της προφορικής συνομιλίας, κλοπής, υπεξαίρεσης κοινής και στην υπηρεσία, εκβίασης, απάτης, απάτης σχετικής με τις ασφάλειες, αποδοχής και διάθεσης προϊόντων εγκλήματος, τοκογλυφίας, παραβάσεις της νομοθεσίας περί ζωοκλοπής, ναρκωτικών, αλλοδαπών, αρχαιοτήτων και λαθρεμπορίας, ως και παραβάσεις της νομοθεσίας περί όπλων και εκρηκτικών εφόσον προβλέπεται ποινή φυλακίσεως τουλάχιστον ενός (1) έτους.

•Η διάπραξη πειθαρχικού παραπτώματος που τιμωρείται με ποινή αργίας επισύρει την απόλυση εάν κατά την τελευταία 5ετία ο υπαίτιος τιμωρήθηκε τελεσίδικα είτε με αυτή είτε με δύο ποινές αργίας με πρόσκαιρη παύση.

Καταλήγοντας, επιφορτισμένα με την άσκηση πειθαρχικής εξουσίας είναι τα πρωτοβάθμια πειθαρχικά συμβούλια στα οποία χωρεί παράσταση συνηγόρου και οι αποφάσεις που εκδίδονται εξ’ αυτών επιδίδονται στον εγκαλούμενο. Ο τελευταίος εν συνεχεία μπορεί να ασκήσει προσφυγή στο δευτεροβάθμιο αντίστοιχο όργανο ενώ αν παρέλθει η προθεσμία για την προσφυγή άπρακτη η απόφαση του πρωτοβάθμιου θα τελεσιδικήσει.