ΔΩΡΟΛΗΨΙΑ ΥΠΑΛΛΗΛΟΥ

ΔΩΡΟΛΗΨΙΑ ΥΠΑΛΛΗΛΟΥ

(235 ΠΚ) 1. Υπάλληλος ο οποίος ζητεί ή λαµβάνει, άµεσα ή µέσω τρίτου, για τον εαυτό του ή για άλλον, οποιασδήποτε φύσης αθέµιτο ωφέληµα ανεξαρτήτως αξίας ή αποδέχεται την υπόσχεση παροχής τέτοιου ωφελήµατος, για ενέργεια ή παράλειψή του σε σχέση με την άσκηση των καθηκόντων του, µελλοντική ή ήδη τελειωµένη, τιµωρείται µε φυλάκιση τουλάχιστον ενός (1) έτους και χρηµατική ποινή από πέντε χιλιάδες (5.000) έως πενήντα χιλιάδες (50.000) ευρώ. Αν ο υπαίτιος τελεί την πράξη του προηγούμενου εδαφίου κατ' επάγγελμα τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον τριών (3) ετών και χρηματική ποινή από δέκα χιλιάδες (10.000) έως εκατό χιλιάδες (100.000) ευρώ.

2. Αν η ως άνω ενέργεια ή παράλειψη του υπαιτίου αντίκειται στα καθήκοντα του, τιμωρείται με κάθειρξη έως δέκα (10) έτη και χρηματική ποινή από πενήντα χιλιάδες (50.000) έως τριακόσιες χιλιάδες (300.000) ευρώ. Αν ο υπαίτιος τελεί την πράξη του προηγούμενου εδαφίου κατ' επάγγελμα τιμωρείται με κάθειρξη (5-15 έτη) και χρηματική ποινή από εκατό χιλιάδες (100.000) έως δύο εκατοµµύρια (2.000.000) ευρώ.

3. Υπάλληλος ο οποίος ζητεί ή λαµβάνει, για τον εαυτό του ή για άλλον, αθέµιτη παροχή περιουσιακής φύσης, επωφελούµενος από την ιδιότητά του, τιµωρείται µε φυλάκιση έως 5 έτη, αν η πράξη δεν τιµωρείται βαρύτερα από άλλη ποινική διάταξη.

 

Σχόλια: Η αμετάκλητη καταδίκη του υπαιτίου συνεπάγεται αυτοδικαίως έκπτωση από τη δημόσια θέση και τα αξιώματα που κατέχει. Η ουσιαστική διαφορά της πρώτης παραγράφου σε σχέση με τη δεύτερη, η οποία και τιμωρείται πολύ αυστηρότερα, είναι αν η ενέργεια ή παράλειψη του υπαλλήλου ήταν νόμιμη ή όχι. Για παράδειγμα, υπάλληλος που κατόπιν αμοιβής εκδίδει νόμιμα άδεια διαμονής σε αλλοδαπό προσπερνώντας όμως άλλες αιτήσεις που έχουν κατατεθεί προγενέστερα, τιμωρείται με την ποινή της πρώτης παραγράφου. Αν όμως ο αλλοδαπός δεν πληροί τις προϋποθέσεις χορήγησης αδείας και ο υπάλληλος κατά παράβαση του καθήκοντός του (να την απορρίψει) προβαίνει στην έκδοση της παράνομης άδειας, τότε τιμωρείται με την ποινή της παραγράφου 2. Και στις δύο περιπτώσεις η κατ’ επάγγελμα τέλεση της πράξης συνιστά επιβαρυντική περίσταση.